Φρανκφούρτη επί του Μάιν, Γερμανία

Άρθουρ Γουίντερ: «Ένα από τα μεγάλα δώρα της Βρετανίας στο έργο της Εκκλησίας»

Πρώτο άρθρο της σειράς «Ορόσημα και θαύματα: Η κληρονομιά των Αγίων των Τελευταίων Ημερών στην Ευρώπη»

Αυτή είναι η πρώτη από τις έξι ιστορίες σε μία σειρά με τίτλο Ορόσημα και θαύματα: Η κληρονομιά των Αγίων των Τελευταίων Ημερών στην Ευρώπη. Την κάθε ιστορία ερεύνησε και έγραψε ο Τζέιμς Πέρρυ, διδάκτωρ, Μέλος της Ακαδημίας Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως, ιστορικός και συγγραφέας για την Εκκλησία του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών. Το επερχόμενο βιβλίο «Άγιοι – 3ος τόμος» θα περιλαμβάνει πολλές άλλες ιστορίες και γεγονότα σχετικά με την ίδρυση της Εκκλησίας στην Ευρώπη.

Η κληρονομιά υπηρετήσεως στην Εκκλησία από τον Άρθουρ Ουίντερ άρχισε στην Αγγλία, όταν σε ηλικία 16 ετών, μία εβδομάδα μετά τη βάπτισή του, του ζητήθηκε να υπηρετήσει υπό εθελοντική ιδιότητα ως γραφέας του εκκλησιάσματός του. Αργότερα, η επιδεξιότητά στη στενογραφία θα τον οδηγούσε σε μία διά βίου υπηρέτηση στην Εκκλησία και σε προσωπικές σχέσεις με τέσσερεις προέδρους της Εκκλησίας: τους Ουίλφορντ Γούντροφ, Λορέντζο Σνόου, Τζόζεφ Φ. Σμιθ και Χήμπερ Γκραντ. Ως δημοσιογράφος και επίσημος στενογράφος, κατέγραψε σημαντικές ιστορικές πληροφορίες για την Εκκλησία. Οι συνεισφορές του, όπως πολλών άλλων πρώτων Αγίων των Τελευταίων Ημερών, προήγαγαν το έργο της Εκκλησίας στην Ευρώπη και στο εξωτερικό.

Τον Αύγουστο του 1916 ο Άρθουρ Γουίντερ παρευρέθηκε στην ταφή του γυιου του, Τζωρτζ, ο οποίος ήταν ο μικρότερος και τελευταίος γυιος του Άρθουρ. Και οι έξι γυιοι του είχαν πεθάνει είτε όταν ήταν παιδιά είτε όταν ήταν έφηβοι υπό τραγικές συνθήκες.  Ο αυτόχθων του Νότιγχαμ, 52 ετών, είχε φθάσει στη Γιούτα το 1883 και νυμφεύθηκε τη Χάννα Μπάιδεγουαιη, μία νεαρή νεοφώτιστη Αγία των Τελευταίων Ημερών από το Σουάνζι της Ουαλίας, στον Ναό του Λόγκαν τον Δεκέμβριο του 1885. Τα οκτώ παιδιά τους περιελάμβαναν δύο κόρες, τη Ροζάννα και τη Ρουθ, και έφτειαξαν το σπιτικό τους στη Σωλτ Λέηκ Σίτυ.

Ο Άρθουρ Γουίντερ το 1884
Ο Άρθουρ Γουίντερ το 1884

Ο Άρθουρ γεννήθηκε στο Νότιγχαμ το 1864 και μετά από λίγα χρόνια στο σχολείο, σε ηλικία 13 ετών, άρχισε να εργάζεται σε μία αποθήκη με δαντέλες με έναν φίλο, τον Τζων Γουέλς. Ο Άρθουρ δεν είχε ενδιαφέρον για τη θρησκεία και δεν εντυπωσιάσθηκε από τις εκκλησίες στις οποίες παρευρισκόταν.  Τελικώς του είπαν για την Εκκλησία και παρευρέθηκε σε μία συγκέντρωση με τον πατέρα του. Ο Άρθουρ άρχισε να ενδιαφέρεται για το Ευαγγέλιο και λίγο μετά βαπτίσθηκε με τη μητέρα και την αδελφή του.  Ωστόσο, ο πατέρας του δεν ενδιαφερόταν πλέον για το μήνυμα του Ευαγγελίου και μερικοί από τους αδελφούς του τον καταδίωξαν για την απόφασή του να προσχωρήσει στην Εκκλησία. Την 1η Νοεμβρίου 1880, μία εβδομάδα μετά τη βάπτισή του, ο Άρθουρ εκλήθη ως γραφέας κλάδου.

Ο Άρθουρ άρχισε να κηρύττει το Ευαγγέλιο στον φίλο του, Τζων, ο οποίος αντιστεκόταν στην αρχή, αλλά τελικώς έλαβε τη δική του μαρτυρία και βαπτίσθηκε. Οι δύο άνδρες ήταν πολύ καλοί φίλοι και στην ηλικία των δεκατεσσάρων απεφάσισαν να μάθουν στενογραφία Πίτμαν. Σκέφθηκαν ότι θα μπορούσε να τους βοηθήσει στο μέλλον και τα δύο αγόρια περνούσαν τα βράδια τους μελετώντας από ένα βιβλίο. Οι νέοι άνδρες αντάλλαζαν το βιβλίο κάθε μέρα, ώστε να μπορούν εναλλάξ να το διαβάζουν. Αυτή ήταν μία δεξιότητα που θα αποδεικνυόταν ανεκτίμητη στις μεταγενέστερες προαγωγές του.

Δεκαοκτώ μήνες αργότερα οργανώθηκε μία εταιρεία φυλλαδίων στο Νότιγχαμ και αργότερα εκείνη τη χρονιά, ο Άρθουρ έγινε σύμβουλος στην προεδρία κλάδου και πρόεδρος της εταιρείας φυλλαδίων.  Εταιρείες φυλλαδίων οργανώθηκαν σε όλη τη Βρετανική Ιεραποστολή, σε διάφορες χρονικές στιγμές, για τον σκοπό της διανομής του γραπτού λόγου με ανανεωμένη ενέργεια.  Μέλη και ιεραπόστολοι εργάσθηκαν για να διανείμουν μικρά φυλλάδια, για να κερδίσουν το ενδιαφέρον των ανθρώπων για την Εκκλησία, και να βοηθήσουν τους ιεραποστόλους να βρουν ανθρώπους να διδάξουν. Στα τέλη του 1882 ιδρύθηκε η πρώτη Ένωση Κοινής Βελτιώσεως Νέων Ανδρών στο Νότιγχαμ, και ο Άρθουρ έγινε σύμβουλος εκτός από τις άλλες κλήσεις του. 

Ο Άρθουρ απηλλάγη από τις κλήσεις του λίγους μήνες αργότερα, όταν εκείνος, μαζί με τη μητέρα του και τις δύο αδελφές του έφυγαν από το Λίβερπουλ τον Απρίλιο του 1883 για τη Γιούτα. Ο πατέρας του επέτρεψε σε κάποια μέλη της οικογένειας να μεταναστεύσουν, αλλά είχε χάσει όλο το ενδιαφέρον του για την Εκκλησία και επρόκειτο να μείνει στο Νότιγχαμ. Ο Άρθουρ ήταν δεκαοκτώ ετών, όταν οι Γουίντερ έφθασαν στη Γιούτα. Δυστυχώς, οι συνθήκες ήταν δύσκολες και επί αρκετούς μήνες ήταν άνεργος. Τον Αύγουστο του 1883, ο Άρθουρ ξόδεψε το τελευταίο του κέρμα για μία κονσέρβα με στρείδια για την οικογένειά του. Τουλάχιστον θα είχαν ένα ωραίο φαγητό με τα τελευταία χρήματα. Το ίδιο βράδυ ο Άρθουρ έλαβε την είδηση ότι έπρεπε να αναφερθεί στα γραφεία της εκκλησίας την επόμενη ημέρα. Ο Άρθουρ προσελήφθη ως παιδί για τα θελήματα των διαχειριστών της Εκκλησίας και λίγο περισσότερο από μία εβδομάδα αργότερα έγινε δημοσιογράφος για την Εκκλησία μέχρι το 1907.  Ο νέος άνδρας γνώριζε κάθε Προφήτη προσωπικώς από τον Ουίλφορντ Γούντροφ έως τον Χήμπερ Γκραντ και ήταν ο επίσημος στενογράφος της εκκλησίας. 

Μέσω του έργου του, ο Άρθουρ είχε το προνόμιο να ταξιδεύει παντού για την Εκκλησία και να είναι παρών σε εξέχουσες εκδηλώσεις. Ο Άρθουρ ήταν με τον Πρόεδρο Λορέντζο Σνόου, όταν ο τελευταίος έδωσε τη διάσημη ομιλία του περί δεκάτης στο Σεντ Τζωρτζ της Γιούτας, τον Μάιο του 1899.  Το 1902 έγινε γραμματέας του Συμβουλίου Εκπαιδεύσεως της Εκκλησίας.  Το 1905 ο Άρθουρ ταξίδεψε με τον Πρόεδρο Τζόζεφ Φ. Σμιθ στο Σάρον του Βερμόντ για τα αποκαλυπτήρια ενός μνημείου που τιμούσε τη γέννηση του Προφήτη Τζόζεφ Σμιθ.  Παρευρέθηκε επίσης στην αφιέρωση του Ναού της Χαβάης το 1919.  Περιστασιακά ο Άρθουρ μιλούσε στην εβδομαδιαία ραδιοφωνική μετάδοση της εκκλησίας και έδιδε ομιλίες στο Ταμπερνάκλ.  Ίσως το πιο σημαντικό γεγονός στο οποίο συμμετείχε ο Άρθουρ ήταν η αφιέρωση του Ναού της Σωλτ Λέηκ για την οποία ήταν ο επίσημος δημοσιογράφος.

Ο Άρθουρ ήταν στην πρώτη γραμμή της καινοτομίας στην Εκκλησία. Το 1897 βοήθησε τον Πρόεδρο Ουίλφορντ Γούντροφ να καταγράψει τη μαρτυρία του σε μία «ομιλούσα μηχανή». Ο Άρθουρ ήταν επίσης ο πρώτος που χρησιμοποίησε γραφομηχανή και τηλέφωνο στα γραφεία της εκκλησίας.

Το 1930 ο Άρθουρ επιφορτίσθηκε με την ευθύνη να περιηγηθεί στην Εκκλησία στην Ευρώπη με τον Τζων Γουέλς, τον παλιό του φίλο και κατόπιν Δεύτερο Σύμβουλο της Προεδρευούσης Επισκοπικής Ηγεσίας.  Οι δύο άνδρες περιηγήθηκαν στη Γαλλία, στην Αγγλία, στη Γερμανία, στην Αυστρία, στη Δανία, στη Σουηδία, στη Νορβηγία, στην Ολλανδία και την Τσεχοσλοβακία καθώς επισκέπτονταν μέλη, επιθεωρούσαν αρχεία και συγκέντρωναν παρατηρήσεις σχετικά με τις συνθήκες διαφόρων χωρών.  Μαζί ενέπνεαν τους Αγίους και απευθύνονταν προς αυτούς, χρησιμοποιώντας τις προσωπικές ιστορίες μεταστροφής τους ως απόδειξη του καλού που θα μπορούσε να προέλθει από τον τρόπο δράσεως με πίστη και από την υπακοή στις εντολές του Θεού.

Από αριστερά προς δεξιά: Ο Πρόεδρος Ιεραποστολής Ευρώπης Τζων Γουίντσοου. Ο Πρόεδρος Ιεραποστολής Ελβετίας-Γερμανίας Φρεντ Τάντιε. Ο Επίσκοπος Τζων Γουέλς, Δεύτερος Σύμβουλος στην Προεδρεύουσα Επισκοπική Ηγεσία. Η αδελφή Μπέκυ Άλμοντ, Σωλτ Λέηκ Σίτυ, Γιούτα. Η αδελφή Λία Γουίντσοου, Πρόεδρος Ανακουφιστικών Εταιρειών Ιεραποστολής Ευρώπης. Ο Πρεσβύτερος Άρθουρ Γουίντερ, από το γραφείο της Πρώτης Προεδρίας.
Από αριστερά προς δεξιά: Ο Πρόεδρος Ιεραποστολής Ευρώπης Τζων Γουίντσοου. Ο Πρόεδρος Ιεραποστολής Ελβετίας-Γερμανίας Φρεντ Τάντιε. Ο Επίσκοπος Τζων Γουέλς, Δεύτερος Σύμβουλος στην Προεδρεύουσα Επισκοπική Ηγεσία. Η αδελφή Μπέκυ Άλμοντ, Σωλτ Λέηκ Σίτυ, Γιούτα. Η αδελφή Λία Γουίντσοου, Πρόεδρος Ανακουφιστικών Εταιρειών Ιεραποστολής Ευρώπης. Ο Πρεσβύτερος Άρθουρ Γουίντερ, από το γραφείο της Πρώτης Προεδρίας.

Λίγα χρόνια αργότερα, ενώ επισκεπτόταν το Ηνωμένο Βασίλειο το 1937 για τους εορτασμούς της εκατονταετηρίδος της Βρετανικής Ιεραποστολής, έδωσε εκ νέου τη μαρτυρία του:

Η μαρτυρία μου προς εσάς, αδελφοί και αδελφές μου, είναι ότι αυτό είναι το έργο του Κυρίου. Είναι η αληθινή Εκκλησία και θα έλθει ο καιρός που όλοι οι άνθρωποι, σε όλον τον κόσμο, θα ανακαλύψουν ότι αυτή είναι πράγματι η Εκκλησία του Χριστού. Δεν είναι η Εκκλησία του Τζόζεφ Σμιθ, δεν είναι η Εκκλησία του Μπρίγκαμ Γιανγκ. Δεν είναι μια αμερικανική Εκκλησία, δεν είναι μια βρετανική Εκκλησία. Είναι μία παγκόσμια Εκκλησία. Είναι η Εκκλησία του Θεού.

Μετά τη μαρτυρία του, ο Πρόεδρος Ρούμπεν Κλαρκ της Πρώτης Προεδρίας μίλησε και απέτισε φόρο τιμής στον Άρθουρ:

Θα ήθελα να πω κάτι για τον αδελφό Γουίντερ, ο οποίος μόλις σας μίλησε. Είναι ένα από τα μεγάλα δώρα της Βρετανίας στο έργο της Εκκλησίας. Θα ήθελα να πω ότι ο αδελφός Γουίντερ υπήρξε εξαιρετικός για την αφοσίωσή του… Κανένας βασιλιάς δεν υπηρετήθηκε ποτέ με αληθινή ή μεγαλύτερη αφοσίωση ακόμη και μέχρι θανάτου απ’ ό,τι έχει δείξει ο αδελφός Γουίντερ στα Μέλη της Εξουσίας της Εκκλησίας με τα οποία έχει εργασθεί.

Ο Άρθουρ απεβίωσε τρία χρόνια αργότερα το 1940, ύστερα από 57 χρόνια απασχολήσεως στην Εκκλησία. Ξεκινώντας από ταπεινά μέσα συνέχισε να έχει μία παραγωγική και επιτυχημένη σταδιοδρομία που είναι σχεδόν απαράμιλλη στην Εκκλησία.  Κάθισε σε συμβούλια επιφανών επιχειρήσεων και στο Πανεπιστήμιο Μπρίγκαμ Γιανγκ, κατέγραψε προφητικά μηνύματα και συμμετείχε σε μερικά από τα πιο σημαντικά γεγονότα στην ιστορία της Εκκλησίας κατά τη διάρκεια του δέκατου ενάτου και εικοστού αιώνα.

Από τις πρώτες ημέρες της Εκκλησίας έως τη σύγχρονη εποχή, Άγιοι των Τελευταίων Ημερών έχουν προσφέρει τον χρόνο, τα ταλέντα και τις ικανότητές τους στο έργο της Εκκλησίας στην Ευρώπη. Εάν έχετε επιπρόσθετες γνώσεις για τον Άρθουρ Γουίντερ ή μία προσωπική εμπειρία ενός μέλους της Εκκλησίας του οποίου οι συνεισφορές θα είχαν ενδιαφέρον για άλλους στην Περιοχή Ευρώπης, παρακαλείσθε όπως υποβάλετε τις πληροφορίες ή την ιστορία σας στο EUAChurchHist@ChurchofJesusChrist.org